Κορυφαίοι Χρήστες
- σε όλους τους τομείς
-
Προσαρμοσμένη ημερομηνία
-
Συνεχώς
Νοεμβρίου 1 2018 - Ιανουαρίου 15 2025
-
Χρόνος
Ιανουαρίου 15 2024 - Ιανουαρίου 15 2025
-
Μήνας
Δεκεμβρίου 15 2024 - Ιανουαρίου 15 2025
-
Εβδομάδα
Ιανουαρίου 8 2025 - Ιανουαρίου 15 2025
-
Σήμερα
Ιανουαρίου 15 2025
-
Προσαρμοσμένη ημερομηνία
06/08/21 - 06/08/21
-
Συνεχώς
Δημοφιλές περιεχόμενο
Εμφάνιση περιεχομένου με την υψηλότερη φήμη στο 06/08/21 σε όλους τους τομείς
-
Δυστυχώς έτσι είναι......δεν θα κάτσει μέσα όλα τα χρόνια .....θα βγεί έξω νωρίς και θα αρχίσει τα ίδια.......τι σόι νόμοι είναι αυτοί εγώ δεν τους καταλαβαίνω.1 point
-
Το DiSEqC είναι ένα πρωτόκολλο επικοινωνίας, ανάμεσα στους δορυφορικούς δέκτες και στον περιφερειακό δορυφορικό εξοπλισμό. Το σύστημα δημιουργήθηκε από την Eutelsat , με σκοπό να αυξηθούν στο έπακρο οι δυνατότητες του περιφερειακού εξοπλισμού,μέσω του κοινού ομοαξονικού καλωδίου, που χρησιμοποιείται για τη μεταφορά του δορυφορικού σήματος, από το LNB προς το δορυφορικό δέκτη. Το πρωτόκολλο ξεκίνησε με την έκδοση 1.0, που αποτελεί την απλούστερη μορφή και επιτρέπει λειτουργία διακόπτη ( switch ), ανάμεσα σε 4 LNBs . Με αυτόν τον τρόπο, μπορούμε να έχουμε σήμα από τέσσερις διαφορετικούς δορυφόρους, με άμεση επιλογή και μετάβαση στο συγκεκριμένο LNB της προτίμησής μας, μόνο με εντολές από το δέκτη. Στην πραγματικότητα, εκείνο που εμείς επιλέγουμε, είναι απλά το κανάλι και το DiSEqC αναλαμβάνει μέσω των αποθηκευμένων πληροφοριών του καναλιού, να επιλέξει το LNB , που στοχεύει το συγκεκριμένο δορυφόρο και να μας φέρει μόνο αυτό το σήμα στο δέκτη. Η έκδοση DiSEqC 1.1 επέτρεψε την κλιμακωτή επέκταση του πρωτοκόλλου 1.0 τέσσερις φορές, έτσι ώστε να μπορούμε να συνδυάσουμε 4 ανεξάρτητους διακόπτες DiSEqC σε έναν κοινό και να δεχθούμε σήμα από 16 διαφορετικά LNBs . Οι δύο πρώτες εκδόσεις του DiSEqC αφορούσαν μόνο λειτουργία switching (μετάβασης) σε διαφορετικά LNBs , η έκδοση 1.2 όμως, πρόσθεσε τη δυνατότητα χρήσης μοτέρ για κίνηση μικρών αλουμινένιων πιάτων (μέχρι 1.2 m ) χωρίς actuator , με τάση, που δίνεται από το δέκτη και με τη χρήση των εντολών του πρωτοκόλλου. Όλες οι υποεκδόσεις του DiSEqC (1.0, 1.1, 1.2) που περιγράψαμε παραπάνω, υποστηρίζονται από την πιο πρόσφατη έκδοση 2.0, με τη διαφορά ότι η έκδοση αυτή είναι αμφίδρομη. Έτσι, κάθε φορά που αποστέλλεται εντολή από το δέκτη ( master ) προς τα περιφερειακά (slaves ), αυτά στέλνουν στη συνέχεια, απάντηση προς το δέκτη. DiSEqC (Digital Satellite Equipment Control), προφέρεται "Die-sec", είναι ένα ειδικό πρωτόκολλο επικοινωνίας για χρήση μεταξύ δορυφορικών δεκτών και μια συσκευή όπως ένα πολύ-διακόπτη πιάτου ή ένα πιάτο με μοτέρ. Το DiSEqC αναπτύχθηκε από το Ευρωπαϊκό δορυφόρο provider Eutelsat .Το DiSEqC στηρίζεται μόνο σε ένα ομοαξονικό καλώδιο για τη μετάδοση των δεδομένων σημάτων και ενέργειας. Τα DiSEqC χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο των διακοπτών και για κινητήρες (μοτέρ) , επίσης για σωστή τους λειτουργία χρειάζεται τάση 13/18 Volt και 22 kHz, ήχο ή ToneBurst / MiniDiSEqC . Τα DiSEqC επίσης είναι συμβατά και με όλα τα actuators που χρησιμοποιούνται για να περιστρέψετε ένα μεγάλο πιάτο λήψης μπάντας C . Μια σειρά από παραλλαγές των DiSEqC που υπάρχουν: * DiSEqC 1.0, που επιτρέπει την εναλλαγή μεταξύ μέχρι 4 δορυφορικών πηγών * DiSEqC 1.1, που επιτρέπει την εναλλαγή μεταξύ έως και 16 δορυφορικών πηγών * DiSEqC 1.2, που επιτρέπει την εναλλαγή μεταξύ έως και 16 πηγές, και τον έλεγχο μίας απλής οριζόντιας κίνησης του μοτέρ. * DiSEqC 2.0, που προσθέτει αμφίδρομης επικοινωνίας με DiSEqC 1,0 * DiSEqC 2.1, που προσθέτει αμφίδρομης επικοινωνίας με DiSEqC 1,1 * DiSEqC 2.2, που προσθέτει αμφίδρομης επικοινωνίας με DiSEqC 1,2 Το πρωτόκολλο ξεκίνησε με την έκδοση 1.0, που αποτελεί την απλούστερη μορφή και επιτρέπει λειτουργία διακόπτη ( switch ), ανάμεσα σε 4 LNBs . Με αυτόν τον τρόπο, μπορούμε να έχουμε σήμα από τέσσερις διαφορετικούς δορυφόρους, με άμεση επιλογή και μετάβαση στο συγκεκριμένο LNB της προτίμησής μας, μόνο με εντολές από το δέκτη. Στην πραγματικότητα, εκείνο που εμείς επιλέγουμε, είναι απλά το κανάλι και το DiSEqC αναλαμβάνει μέσω των αποθηκεμένων πληροφοριών του καναλιού, να επιλέξει το LNB , που στοχεύει το συγκεκριμένο δορυφόρο και να μας φέρει μόνο αυτό το σήμα στο δέκτη. Η έκδοση DiSEqC 1.1 επέτρεψε την κλιμακωτή επέκταση του πρωτοκόλλου 1.0 τέσσερις φορές, έτσι ώστε να μπορούμε να συνδυάσουμε 4 ανεξάρτητους διακόπτες DiSEqC σε έναν κοινό και να δεχθούμε σήμα από 16 διαφορετικά LNBs .Οι δύο πρώτες εκδόσεις του DiSEqC αφορούσαν μόνο λειτουργία switching (μετάβασης) σε διαφορετικά LNBs. Η έκδοση 1.2 όμως, πρόσθεσε τη δυνατότητα χρήσης μοτέρ για κίνηση μικρών αλουμινένιων πιάτων (μέχρι 1.2 m ) χωρίς actuator , με τάση, που δίνεται από το δέκτη και με τη χρήση των εντολών του πρωτοκόλλου. Όλες οι υποεκδόσεις του DiSEqC (1.0, 1.1, 1.2) που περιγράψαμε παραπάνω, υποστηρίζονται από την πιο πρόσφατη έκδοση 2.0, με τη διαφορά ότι η έκδοση αυτή είναι αμφίδρομη. Έτσι, κάθε φορά που αποστέλλεται εντολή από το δέκτη ( master ) προς τα περιφερειακά ( slaves ), αυτά στέλνουν στη συνέχεια, απάντηση προς το δέκτη. http://www.lds.gr1 point
-
Για να κατανοήσουμε την ιστορία της δορυφορικής τηλεόρασης, θα πρέπει πρώτα να πάνε όλα το δρόμο για την επιστροφή το 1950 κατά τη διάρκεια του αγώνα μεταξύ του χώρου των ΗΠΑ και της Ρωσίας. Η πρώτη δορυφορική στην τροχιά της Γης ήταν Σπούτνικ, που ξεκίνησε από τους Ρώσους το 1957. Θα ήταν 6 χρόνια αργότερα μέχρι τις πρώτες δορυφορικές επικοινωνίες ξεκίνησε. Αυτό ήταν το δορυφόρο που αναπτύχθηκε από δύο μεγάλες εταιρείες και κρατικούς φορείς. Ήταν κάλεσε Syncom II και πήγε σε ένα κύκλο του τροχιά 22.300 μίλια πάνω από τον Ατλαντικό Ωκεανό. Η χρήση αυτού του δορυφόρου, η πρώτη των τηλεπικοινωνιών πραγματοποιήθηκε μεταξύ ενός αμερικανικού ναυτικού το πλοίο στο λιμάνι στη Νιγηρία και ένα σταθμό στη ναυτική Lakehurst New Jersey, ΗΠΑ τον Ιούλιο του 1963 Ωστόσο, δεν ήταν μέχρι τις 15 χρόνια αργότερα, ότι η τακτική τηλεοπτικά σήματα που μεταδίδονται μέσω δορυφόρων. Τηλεόραση άρχισε να εκπέμπει με δορυφορικά στις 1 Μαρτίου 1978 και από το σημείο αυτό όλα τα μεγάλα τηλεοπτικά δίκτυα που ενέκρινε αυτό το στυλ των επικοινωνιών ως το κύριο μέσο για την διανομή σε δίκτυο μέσω θυγατρικών 1984. Στο σημείο αυτό, πολλοί άνθρωποι που ζούσαν σε αγροτικές περιοχές που δεν ήταν σε θέση να δείτε την κανονική μετάδοση τηλεοπτικών αγόρασε DTH (απευθείας στο σπίτι) κεραιών. Τα πιάτα ήταν πολλά πόδια σε διάμετρο και χρησιμοποιήθηκαν για την ανάκαμψη τηλεοπτικών εκπομπών που προέρχονται από δορυφόρους γενικά. Ωστόσο, ένα από τα μειονεκτήματα που προκύπτουν από την αποστολή σημάτων μέσω δορυφόρου ήταν η ικανότητά του για σχεδόν κανέναν να λάβουν τα σήματα δωρεάν. Pay-TV σταθμοί πήγαν στο δικαστήριο για να αγωνιστούμε για το δικαίωμα να περιορίσει την πρόσβαση σε τηλεοπτικό σήμα. Ωστόσο, η FCC αποφάνθηκε κατά τηλεοπτικούς σταθμούς και ανέφερε ότι είχε μια «ανοικτοί ουρανοί» της πολιτικής. Η απόφαση αυτή ανέφερε ότι αν τηλεοπτικοί σταθμοί είχαν το δικαίωμα να μεταδίδει σήματα μέσω δορυφόρου, το κοινό είχε το δικαίωμα να λαμβάνει τα σήματα. Σε αυτό το σημείο οι τηλεοπτικοί οργανισμοί αποφάσισαν να κρυπτογραφούν το μήνυμα. Αν και ο καθένας μπορεί να λάβει το μήνυμα, για να δείτε τον προγραμματισμό, δεν θα πρέπει μόνο να έχουμε μια δορυφορική κεραία, αλλά και έναν αποκωδικοποιητή. Με τη ζήτηση για δορυφορικές τηλεοράσεις την καλλιέργεια, την FCC, το 1980 συστάθηκε κανονισμοί για απευθείας εκπομπή ή DBS δορυφόρων, αυτή θα είναι μια νέα υπηρεσία η οποία θα αποτελείται από δορυφόρους εκπομπής περιστρέφονται γύρω από τη γη σε γεωστατική τροχιά. Για να προβάλετε την εκπομπή του σήματος, οι καταναλωτές θα χρειαστείτε δορυφορική κεραία για τη λήψη σημάτων και του ειδικού εξοπλισμού για την αποκωδικοποίηση των κρυπτογραφημένων σημάτων. Δεν ήταν ότι μέχρι το 1991 η πρώτη εταιρεία DBS σχηματίστηκε (Primestar) και πήρε μόνο μερικά ακόμα χρόνια για Primestar (μακαρίτης πλέον) να έχουν τον ανταγωνισμό, ειδικά τις άλλες υπηρεσίες, όπως Direct TV (1994) και Dish Network (1996) , που αποδεικνύει ότι δορυφορική τηλεόραση ως μέσο μετάδοσης κάνει έργο και είναι κερδοφόρες. el.tech-faq.com1 point
-
Σχετικα με το symbol rate. Οσο μεγαλυτερο ειναι τοσο καλυτερη θα επρεπε να ειναι η παρεχομενη εικονα. Αυτο ομως το δεδομενο εξαρταται και απο το fec που στην ουσια ειναι ο διορθωτης λαθους του εκπεμπομενου σηματος. Αυτο σημαινει οτι οσο μεγαλυτερο ειναι το fec τοσο χειροτερη ειναι η εικονα στους δεκτες μας. Ετσι στην πραξη ενα σημα με 27500 symbol rate και fec 2/3 ειναι ποιοτικοτερο απο ενα σημα με 30000 symbol rate και fec 3/4 ή ακομα χειροτερα με fec 7/8. To symbol rate ενος σηματος εχει να κανει βεβαια με τον εξοπλισμο που χρησιμοποιει ο καθε provider οσο και με την συμβατοτητα αυτου εν σχεσει με τον χρησιμοποιουμενο για την εκπομπη εξοπλισμο που ειναι εγκατεστημενος στον δορυφορο. Επισης εχει να κανει και με τα ποσα καναλια εκπεμπονται απο την συγκεκριμενη συχνοτητα. Ετσι βλεπουμε παροχεις οπως ο ελβετικος srg π.χ. ο οποιος απο μια και μονο συχνοτητα εκπεμπει περιορισμενο αριθμο καναλιων με αποτελεσμα να εχουμε την καλυτερη δυνατη εικονα στα πλαισια του συστηματος pal. Αντιθετως εχουμε αλλους παροχεις οι οποιοι απο μια συχνοτητα εκπεμπουν πληθος καναλιων με αποτελεσμα να εχουμε μεγιστη συμπιεση οποτε κακη ποιοτητα εικονας στην τηλεοραση Bitrate (BR) και Symbol Rate (SR) Σε οποιοδήποτε βίντεο σήμα, το bitrate (BR) δείχνει τον αριθμό των bits ανά δευτερόλεπτο. Όσο μεγαλύτερο είναι το bitrate, τόσο περισσότερη πληροφορία υπάρχει στο σήμα, επομένως η μέτρηση μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να δείξει και το βαθμό συμπίεσής του. Όσο μεγαλύτερο είναι το bitrate, τόσο λιγότερο έχει συμπιεστεί το σήμα και, φυσικά, τόσο καλύτερη ποιότητα έχει. Αναφέροντας ορισμένα τυπικά παραδείγματα, λέμε πως το σήμα DV με συμπίεση DCT, έχει bitrate 25Mbps (Megabits/sec), το HDV (High Definition πρότυπo υψηλής ανάλυσης 1080i ή 720p) έχει συμπίεση MPEG-2 και μέγιστο bitrate 25Mbps, ενώ ένα καλό DVD σήμα με συμπίεση MPEG-2 έχει bitrate 6-8Mbps (μπορεί να είναι και μικρότερο, με μεταβλητό V(ariable)BR). Τα πράγματα είναι σαφή, όσον αφορά τα σήματα και την ποιότητά τους στις συσκευές εγγραφής αναπαραγωγής (κάμερες, DVD κλπ), στα δορυφορικά σήματα, όμως υπεισέρχεται και ένας ακόμα παράγοντας, που είναι η μετάδοση. Το αρχικό bitrate του MPEG-2 σήματος θα αλλάξει, από τη στιγμή που θα προστεθούν check bits για το FEC και όλη η πληροφορία θα πρέπει να διαμορφωθεί και να μεταδοθεί με τέτοιο τρόπο, ώστε να «χωρέσει» σε ένα περιορισμένο bandwidth. Η φέρουσα ενός ψηφιακού τηλεοπτικού σήματος αποτελείται από παλμούς, που απαρτίζουν ένα συνεχές σήμα. Κάθε παλμός είναι και ένα Symbol. Κάθε Symbol παριστάνει τον αριθμό των μεταδιδόμενων bits. Ανάλογα με τη διαμόρφωση και τα bits, κάθε Symbol μπορεί να είναι 1 ή 2 ή 3 κλπ. Αυτός ο αριθμός των bits/symbol, δημιουργεί μια νέα παράμετρο, που ονομάζεται συντελεστής διαμόρφωσης (modulation factor), συμβολίζεται με m και έχει τιμές για BPSK=1, για QPSK=2, για 8PSK=3 κλπ. Αυτό που τελικά μεταδίδει ο παροχέας, είναι τα Symbols και έτσι δημιουργείται ο ρυθμός μετάδοσης των Symbols, που είναι το Symbol Rate (SR) και μετριέται σε symbols/sec. H σχέση Symbol Rate και Bitrate (BR) δίνεται από τη μαθηματική σχέση: SR = ΒR / (m x CRv x CRrs) όπου m είναι ο συντελεστής διαμόρφωσης (για QPSK=2), CRv είναι τοViterbi forward error correction (FEC), δηλαδή 1/2, 2/3, 3/4, 5/6, 7/8 και CRrs είναι το Reed Solomοn forward error correction (FEC), με τιμή 188/204. Επομένως, για να επιτευχθεί η καλύτερη τελική ποιότητα του σήματος, θα πρέπει όλοι αυτοί οι παράγοντες να ληφθούν υπόψη και να βρεθεί η χρυσή τομή. Βέβαια, μετά τις αποδιαμορφώσεις, αλγόριθμους FEC κλπ, αυτό που θα απομείνει είναι το MPEG-2 σήμα, με το αρχικό bitrate που έχει επιλέξει ο παροχέας και αυτό τελικά θα καθορίσει την ποιότητα του σήματος που θα δει ο θεατής. Προσωπικά, όταν καλούμαι να τεστάρω την ποιότητα ενός δορυφορικού μπουκέτου, ασχολούμαι μόνο με την τελική ανάλυση και bitrate (BR) του σήματος που φθάνει στην τηλεόρασή μου, χωρίς να ασχολούμαι με το πώς έγινε η διαμόρφωση τα FEC κλπ. http://digitalsattv.gr1 point
-
Το βασικό καλώδιο που χρησιμοποιείται στην δορυφορική λήψη είναι το γνωστό ομοαξονικό (coaxial cable), που χρησιμοποιείται στην πλειοψηφία των επιγείων εγκαταστάσεων για την διανομή του σήματος στα διάφορα σημεία μιας κατοικίας. Αυτά τα καλώδια αποτελούνται συνήθως από ένα ενιαίο εσωτερικό αγωγό, ένα άσπρο μονωτικό υλικό (διηλεκτρικό), ένα λεπτό φύλλο αλουμινίου, ένα συρμάτινο λεπτό πλέγμα (τρίχα - εξωτερικός αγωγός) μια μεμβράνη που συγκρατεί το πλέγμα και ένα εξωτερικό μονωτικό περίβλημα μαύρο ή άσπρο. Το κοινό στοιχείο των ομοαξονικών καλωδίων που προορίζονται για λήψη επίγειου σήματος και αυτών που προορίζονται για λήψη δορυφορικού, είναι η αντίσταση των 75 Οhm που έχει καθιερωθεί σαν στάνταρ. Ωστόσο υπάρχουν διαφορές στις απώλειες που μπορούν να εμφανίσουν τα καλώδια σε συγκεκριμένο μήκος και σε συνάρτηση με την συχνότητα του σήματος. Παρόλο που η συχνότητες των δορυφορικών εκπομπών υποβιβάζονται από το LNB στις λεγόμενες «ενδιάμεσες συχνότητες» IF (950-2150 ΜΗz), οι τελευταίες είναι υψηλότερες από την υψηλότερη συχνότητα της επίγειας λήψης (στα UHF 862 ΜΗz για το κανάλι 69), με αποτέλεσμα να εμφανίζουν και μεγαλύτερες απώλειες σε μεγάλα μήκη ομοαξονικού καλωδίου. Έτσι, για την δορυφορική λήψη θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε ποιοτικότερο καλώδιο από ότι για την επίγεια, ειδικά όταν η απόσταση από το LNB μέχρι τον δορυφορικό δέκτη είναι πάνω από 35 m. Ένας παράγοντας που μειώνει τις απώλειες στα ομοαξονικά καλώδια είναι η αύξηση της διαμέτρου τους, αλλά το πολύ χοντρό καλώδιο είναι δύσκαμπτο και όχι ιδιαίτερα βολικό στην εγκατάσταση του. Ένας δεύτερος παράγοντας είναι τα ποιοτικά υλικά κατασκευής του καλώδιου (με ανάλογη βέβαια αντανάκλαση στο κόστος του). Τα κατάλληλα ομοαξονικά καλώδια για δορυφορική λήψη έχουν την ονομασία δορυφορικά (SΑΤ), και η διάμετρος τους κυμαίνεται από 4.3 mm μέχρι 6.6 mm. Τα ομοαξονικά καλώδια που χρησιμοποιούνται συνήθως στις δορυφορικές εγκαταστάσεις είναι το RG6 το RG11 που υπάρχουν σε συνήθως σε 2 χρώματα (μαύρο ή λευκό) Τα καλά καλώδια θα πρέπει να γράφουν στο περίβλημα τους, και ανά ένα μέτρο, τα χαρακτηριστικά τους (τύπος και απώλειες ανά 100 m). Οι απώλειες των καλωδίων μετριούνται σε dB /100m/ 850MHZ. (Ένα καλό καλώδιο θα πρέπει να έχει απώλεια μικρότερη από 17 db / 100 m / 850 MHz και θωράκιση μεγαλύτερη ή ίση με 90 db). Σημαντική παράμετρος για ένα καλώδιο είναι η θωράκιση του ειδικά αν κοντά υπάρχει σταθμός κινητής τηλεφωνίας. Στα απλά καλώδια με θωράκιση 60 db υπάρχουν συχνά παρεμβολές από τις συχνότητες 950-2250 ΜHZ που χρησιμοποιούν τα κινητά τηλέφωνα. Η απόσταση του κεντρικού άξονα θα πρέπει να διατηρείται σταθερή σε όλο το μήκος του καλωδίου, από το μπλεντάζ. Στην περίπτωση που η απόσταση αυτή δεν είναι σταθερή, αλλάζει η σύνθετη αντίσταση του καλωδίου με αποτέλεσμα τη δημιουργία στάσιμων κυμάτων (κόμβοι και κοιλίες), και ένα φάσμα καναλιών που θα έπρεπε να είναι σταθερό, στην άλλη άκρη του καλωδίου μπορεί να παρουσιάζει ορισμένα κανάλια πιο ενισχυμένα από άλλα ή πολύ πιο πεσμένα. Η μηχανική αντοχή του καλωδίου είναι μια ακόμα παράμετρος της ποιότητας του. Ένα κακό καλώδιο κατά την έλξη του, ανάλογα με τη δυσκολία έλξης (π.χ. αν υπάρχει εμπόδιο στις σωληνώσεις που περνάει, γωνίες κ.λπ.) μπορεί να παραμορφωθεί και να μεταβληθεί το μήκος του. Σε αυτή την περίπτωση αυτή δημιουργούνται επίσης κόμβοι και κοιλίες. Σημαντικό είναι να μην κάμπτεται το καλώδιο σε ορθή γωνία κατά την τοποθέτηση του, αλλά να τοποθετείται σύμφωνα με τις οδηγίες του κατασκευαστή όσο αναφορά την επιτρεπόμενη γωνία κάμψης του. Η γήρανση του υλικού είναι παράμετρος που αναφέρεται στο πόσο γρήγορα ένα καλώδιο φθείρεται στο χρόνο. Περίβλημα Από την ποιότητα του εξωτερικού περιβλήματος εξαρτάται ο χρόνος που θα αντέξει το καλώδιο σε έντονα και ακραία καιρικά φαινόμενα, (πλημμύρες, εκτεταμένες βροχοπτώσεις και χιονοπτώσεις, υγρασία, απότομη εναλλαγή θερμοκρασίας, καύσωνες) σε υπεριώδη ακτινοβολία, σε περίπτωση που έχουν τοποθετηθεί μέσα στο έδαφος ή μέσα σε γλυκό νερό ή ακόμα και υποθαλάσσια. Ένα κακής ποιότητας περίβλημα θα επιτρέψει να εισχωρήσει υγρασία στα πρώτα μέτρα του και αν και τα υπόλοιπα στοιχεία του καλωδίου (μπλεντάζ, φύλο αλουμινίου κ.λπ.) είναι κακής ποιότητας σύντομα θα όλα διαβρωθούν, με αποτέλεσμα αρχικά να αυξηθούν οι απώλειες του και στην συνέχεια το καλώδιο να σταματήσει εντελώς να δίνει σήμα. Καλό είναι, όπου είναι δυνατό το καλώδιο να τοποθετείται σε κανάλια ή να επιλέγονται σημεία διαδρομής προστατευμένα, έτσι ώστε η διάρκεια ζωής του να μεγαλώσει. Όταν με την πάροδο του χρόνου οι απώλειες του αυξηθούν και αρχίσει να δείχνει σημάδια φθοράς ή αυξημένες απώλειες, θα πρέπει να αντικατασταθεί. Μια ακόμα παράμετρος ποιότητας στα καλώδια είναι η αντοχή στα τρωκτικά και επίσης το να είναι άφλεκτα. Πλέγμα Το πλέγμα (μπλεντάζ) που περιβάλλει το μονωτικό υλικό του καλωδίου (μπορεί να είναι από διάφορα υλικά όπως χαλκός, αλουμίνιο επιχαλκωμένο αλουμίνιο ή επιχαλκωμένος χάλυβας), βοηθάει στην απολαβή του καλωδίου και στην αποφυγή ηλεκτρομαγνητικών παρεμβολών θωρακίζοντας το καλώδιο. Γενικά, όσο πιο πολλά είναι τα νήματα στο πλέγμα τόσο μεγαλύτερη επιφάνεια καλύπτεται αλλά σημαντικό ρόλο παίζει και ο τρόπος που έχει «πλεχτεί» το πλέγμα. Έτσι, μπορεί κάποιο καλώδιο με λιγότερα νήματα να προσφέρει τελικά καλύτερη θωράκιση από κάποιο με περισσότερα. Ωστόσο, αυτό που γενικά ισχύει είναι, μεγαλύτερη κάλυψη με πλέγμα = μεγαλύτερος αριθμός νημάτων = βαρύτερο καλώδιο = ακριβότερο. Για μεγαλύτερη θωράκιση όταν είναι αναγκαίο υπάρχουν καλώδια με διπλή στρώση πλέγματος (διπλομλεντάζ). Μεμβράνη και Περίβλημα Η μεμβράνη συγκράτησης της περιέλιξης που μπορεί να είναι από χαλκό, αλουμίνιο, πολυεστέρα ή πολυπροπυλένιο, θωρακίζει επίσης το καλώδιο. Το εξωτερικό περίβλημα του καλωδίου, τέλος, βοηθάει και αυτό στη θωράκισή του και το προστατεύει από τα καιρικά φαινόμενα. Βέβαια όσο καλύτερη θωράκιση έχει το καλώδιο λόγω του πλέγματος τόσο λιγότερο σημαντική είναι η θωράκιση που θα προσφέρει το περίβλημα του. Γενικά είναι προτιμότερη η χρήση καλωδίων με καλά χαρακτηριστικά (με τις χαμηλότερες δυνατές απώλειες στις υψηλές συχνότητες και καλή θωράκιση) για να αποφευχθεί η χρήση ενισχυτών γραμμής (αφού ένας ενισχυτής εκτός από το σήμα ενισχύει και τον θόρυβο) ή αν είναι απαραίτητο, να χρησιμοποιηθεί κάποιος ενισχυτής μικρής ισχύος. Ενδεικτικά, αν παραβλέψουμε τον παράγοντα «ποιοτική κατασκευή» και λαμβάνοντας υπόψη την μέγιστη απώλεια στα 2.150 ΜΗz, ένα μέσης ποιότητας καλώδιο διαμέτρου 4,3 mm θα καλύψει σωστά μια δορυφορική λήψη σε ένα μήκος μέχρι 34 m, ένα καλώδιο διαμέτρου 5 mm μήκος 39 m, ένα 6 mm έως 50 m και ένα 6,6 mm μπορεί να φτάσει τα 54 m, χωρίς να υπάρχουν προβλήματα ανεπάρκειας σήματος στον δορυφορικού δέκτη. Σε μεγάλο μήκος καλωδίου μπορεί να βοηθήσει και ένα LNB με αυξημένη ενίσχυση αλλά σε μικρό μήκος, το υψηλής ενίσχυσης LNB ή το πολύ καλό καλώδιο, μπορεί να φέρει προβλήματα υπερβολικού σήματος σε σημείο που να χρειαστεί ακόμη και μείωση. Έκτος από τα κλασικά μονά καλώδια υπάρχουν και δέσμες καλωδίων όπως π.χ δέσμες με διαφορετικά χρώματα καλωδίων για λόγους ευκολίας όταν θα πρέπει να τοποθετηθούν πολλά καλώδια μαζί στην ίδια διαδρομή ή και καλώδια με επιπλέον μια δέσμη 4 Χ 1.5 mm για την σύνδεση μοτέρ polar mound κ.λπ. Σημειώσεις Συνδέσεις ηλεκτρολογικού τύπου στα ομοαξονικά καλώδια δεν επιτρέπονται σε καμία περίπτωση αφού δεν πρόκειται για διέλευση ηλεκτρικού ρεύματος, αλλά για «ασθενή ρεύματα» που επίσης είναι σε πολύ υψηλές συχνότητες ειδικά όταν πρόκειται για δορυφορική λήψη. Η σύνθετη αντίσταση (75 Ω) ενός ομοαξονικού καλωδίου, είναι το γινόμενο του αθροίσματος της ωμικής της χωρητικής, και της αυτεπαγωγικής αντίστασης, επί τον συντελεστή του καλωδίου. Ζο = R + LΩ + 1/CΩ * Συντελεστής Καλωδίου =75 Ω (όπου Ω = 2πf, π=3,14, f = συχνότητα) Τα καλώδια δεν πρέπει να μένουν ποτέ ατερμάτιστα γιατί τότε συνήθως θα δουλεύουν σαν φίλτρα αποκοπής ζώνης συχνοτήτων. satspot.gr1 point